Labels

Friday, April 18, 2008

Νόμος Πλαίσιο (11/06)

Λίγο πριν την έναρξη της εξεταστικής περιόδου Ιουνίου 2006 ανακοινώθηκε από το υπουργείο παιδείας και από το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας το τελικό πόρισμα του διαβόητου «νόμου πλαισίου» .Ο πλήρως αντιδραστικός ρόλος του νόμου διαφαίνεται ακόμα και από την επιτροπη που συστάθηκε για την πραγμάτωση του. Ο Εθνικός “μονόλογος” για την Παιδεία που εχει ανοίξει εδώ και χρόνια είχε ως αποτέλεσμα τη σύσταση του ΕΣΥΠ ή αλλιώς το “συμβούλιο των σοφών”. Αυτό κατέληξε σε μια σειρά πορισμάτων για τις αλλαγές που, κατά την άποψη τους, πρέπει να γίνουν. Πολλές απ’ αυτές υιοθέτησε το Υπ. Ε. Π. Θ. και ανακοινώνοντας τες προκάλεσε την φοιτητική κοινότητα απέναντι του σύσσωμη. Ο Σύλλογος Φοιτητών Πληροφορικής την περίοδο του Ιουνίου συμμετείχε ενεργά στις διαδικασίες και στις κινητοποιήσεις του Φοιτητικού Κινήματος, μαζί με το 90% των ΑΕΙ και ΤΕΙ πανελλαδικά. Οι μαζικότατες δυναμικές και πολιτικοποιημένες πορείες των φοιτητών σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας απέδειξαν στο ΥΠΕΠΘ, στην κυβέρνηση αλλά και στην απαθή αντιπολίτευση που είναι επίσης υπαίτια για την υπάρχουσα κατάσταση στην Ελληνική Παιδεία, ότι αφού δεν έμαθαν να υπολογίζουν το φοιτητικό κίνημα, πλέον θα πρέπει να μάθουν να το φοβούνται. Η αναδίπλωση της κυβέρνησης ως προς το νόμο πλαίσιο και η έκκληση για διάλογο σε αντιδιαστολή με το προσχέδιο του νόμου πλαισίου που δόθηκε στη δημοσιότητα, η προσφορά χείρας συμφιλίωσης από ένα κομμάτι της αστυνομίας σε αντιδιαστολή με την βάναυση αντιμετώπιση των φοιτητών από την αστυνομία αποδεικνύει τη δυσκολία της κυβέρνησης να αφουγκραστεί τα αιτήματα, την δυναμικότητα αλλά και την αποφασιστικότητα των φοιτητών που εξεγείρονται.

Τα βασικά ζητήματα που απασχόλησαν το φοιτητικό κίνημα, έτσι όπως αυτό συγκροτήθηκε ενάντια στο «Νόμο Πλαίσιο», είναι τα εξής:

Αλλαγή στο Θεσμικό πλαίσιο για τη Δομή και Λειτουργία των ΑΕΙ:

· Διακοπή σπουδών μετά τα ν+ν/2 έτη σπουδών (Αρ.13 του Θεσμικού πλαισίου για τη Δομή και Λειτουργία των ΑΕΙ): όπου ν η διάρκεια σπουδών κάθε σχολής. Σε συνδυασμό με την ολοένα και αυξανόμενη εντατικοποίηση, θα φέρει μεγάλες ανακατατάξεις ενώ η απόκτηση πτυχίου θα γίνει πολύ δύσκολη. Φοιτητές που εργάζονται παράλληλα με τις σπουδές τους(γεγονός που δυσκολεύει και καθυστερεί τις σπουδές τους), κάτι που είναι χαρακτηριστικό κυρίως των φοιτητών που προέρχονται από τα κατώτερα κοινωνικά οικονομικά στρώματα, δεν είναι δυνατόν να «τιμωρούνται» που δεν μπόρεσαν να πάρουν εγκαίρως πτυχίο. Ως προς το ζήτημα των διευκολύνσεων των εργαζομένων φοιτητών, θεωρούμε πως αυτό δεν απαντά σε πραγματικά δεδομένα διότι η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών που εργάζεται είναι ανασφάλιστη, έρμαιο του εκάστοτε εργοδότη, κάτι που αποκλείει το ενδεχόμενο απόδεικτικών στοιχείων ως προς την εργασία της. Απεναντίας, για τους φοιτητές, εργαζόμενους και μη, δεν υπάρχει κανένας απολύτως προφανής λόγος διακοπής των σπουδών, δεδομένου ότι με την ισχύουσα νομοθεσία, δεν απολαμβάνουν καμιά παροχή (πάσο, εστίες, βιβλία κλπ) μετά τα ν+ν/2 έτη σπουδών. Ακόμη, υποτίθεται ότι ένας στοιχειώδης ακαδημαϊκός κανόνας είναι η ελευθερία του κάθε ατόμου να αποφασίσει τι θα μάθει και πότε. Η θέση που καταλαμβάνει ο φοιτητής στη σχολή, στην ουσία, μετά τα 4 (για την Πληροφορική) έτη σπουδών είναι απλά ένα όνομα ακόμη στις καταστάσεις των γραμματειών. Σε καμία περίπτωση δε μειώνονται οι εισακτέοι λόγω παρουσίας των «αιωνίων» φοιτητών. Οι “αιώνιοι φοιτητές” εμφανίζονται σαν το μεγαλύτερο πρόβλημα των ελληνικών Πανεπιστημίων, ενώ παραβλέπονται τα ουσιώδη (υποχρηματοδότηση, έλλειψη υποδομών, μαζικά κοψίματα). Ένα χαρακτηριστικο που διέπει το σύνολο του νόμου είναι η παρατήρηση προβλημάτων που όντως υπάρχουν προτείνοντας λύσεις επιφανειακές και όχι ουσιώδεις, κάτι που συμβαίνει και στην συγκεκριμένη πρόταση. Μ’αυτόν τον τρόπο. η ευθύνη μετατίθεται από τον θύτη στο θύμα. Από την ίδια την πολιτεία στον φοιτητή που δυσκολεύεται να αποφοιτήσει.

· Ελαστικοποίηση των όρων άρσης του Ασύλου και ουσιαστικά κατάργηση του(Αρ. 3 του Θεσμικού πλαισίου για τη Δομή και Λειτουργία των ΑΕΙ): Με τον ισχύοντα νόμο-πλαίσιο, για την άρση του ασύλου χρειάζεται ομοφωνία από την επιτροπή ασύλου, τώρα μετατίθεται η απόφαση αυτή στο πρυτανικό συμβούλιο, το οποίο θα αποφασίζει με αυξημένη πλειοψηφία 2/3. Λαμβάνοντας σοβαρά υπ’ όψιν ότι οι πρυτάνεις ήταν αυτοί που πρότειναν την ποινικοποίηση της παρακώλυσης της πανεπιστημιακής λειτουργίας, θεωρούμε μόνο υπεύθυνο όργανο για την άρση του ασύλου την Επιτροπή ασύλου. Σε συνδυασμό με τις προτάσεις για την είσοδο security στο χώρο του πανεπιστημίου, αλλά και την ήδη υπάρχουσα τρομοκρατία (πειθαρχικά συμβούλια, κάμερες κλπ) ανοίγει ο δρόμος για την κατάργηση του ασύλου, τουλάχιστον με τη μορφή που το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Με άλλα λόγια, αν οι φοιτητές αποφασίσουν να διακόψουν κάποιο μάθημα ή να καταλάβουν τη σχολή τους (παρακωλύσεις δηλαδή της πανεπιστημιακής λειτουργίας), με μια απλή απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου, θα μπορεί άμεσα να επέμβει η αστυνομία για την καταστολή της κινητοποίησης. Βλέπουμε δηλαδή μια προσπάθεια ποινικοποίησης των αγώνων των φοιτητών, που μέχρι σήμερα μπόρεσαν και ήταν τόσο δυναμικοί και μεγαλειώδεις, ακριβώς επειδή δεν υπήρχε κανένας φόβος καταστολής ή σύλληψης. Κι ας θυμηθούμε και λίγο τους κοινωνικούς αγώνες του παρελθόντος, και πώς αυτοί, μέσω του ασύλου, έγιναν τελικά νικηφόροι και έφτασαν σήμερα να γίνουν μνημεία κατάθεσης στεφάνων από τους πρυτάνεις που θέλουν να το καταργήσουν. Κι αν κάποιος πιστεύει (υπουργός ή φοιτητής) ότι κατάληψη σημαίνει ζημιές, εγκλήματα και βρωμιά (τ’ ακούσαμε κι αυτό) ας θυμηθούν ή ας ρωτήσουν για το πώς ήταν το Πανεπιστήμιο κατά τη διάρκεια των πρόσφατων καταλήψεων. Είναι πάρα πολλοί αυτοί που το ζήσανε και λένε ότι δεν υπήρχε ασφαλέστερο μέρος στην πόλη από την Πανεπιστημιούπολη. Υπεύθυνοι για την προάσπιση και διαφύλαξη του πανεπιστημιακού ασύλου είναι οι ίδιοι που το χρησιμοποιούν: διδάσκοντες, διδασκόμενοι και εργαζόμενοι. Κι όσον αφορά το «τρανταχτό» επιχείρημα της άνθισης των εγκλημάτων μέσα στο χώρο των Πανεπιστημίων, αρκεί να συγκρίνει κανείς τις στατιστικές περί εγκληματικότητας εντός και εκτός ασύλου, ή να πάει μια βόλτα από την Πλατεία Ναβαρίνου κι από το Βαρδάρη, περιοχές που περιφρουρούνται απροκάλυπτα από την Ελληνική Αστυνομία. Εξάλλου, «το σύστημα γεννά τους εγκληματίες, όχι το άσυλο και οι ελευθερίες».

· Τροποποίηση της δωρεάν διανομής συγγραμμάτων (Αρ.14 του Θεσμικού πλαισίου για τη Δομή και Λειτουργία των ΑΕΙ): Με το πρόσχημα της δυνατότητας διανομής πολλαπλών συγγραμμάτων για κάθε μάθημα, το σχέδιο νόμου αφήνει σημαντικά κενά όσον αφορά τη διασφάλιση της δωρέαν διανομής αυτών των συγγραμμάτων. Πόσο μάλλον, όταν ούτε τα ήδη υπάρχοντα συγγράμματα πολλές φορές δε δίνονται δωρεάν στους φοιτητές ή αντί για επιστημονικά συγγράμματα δίνονται πρόχειρες φωτοτυπημένες σημειώσεις. Λαμβάνοντας υπόψη την άποψη του προέδρου του ΕΣΥΠ και βασικού εμπνευστή της επικείμενης μεταρρύθμισης κ.Βερέμη ότι «τα δωρεάν συγγράμματα είναι ένα έκτρωμα, κατάλοιπο από τη χούντα», είναι προφανές ότι υπάρχει πρόθεση να καταργηθεί ο θεσμός των δωρεάν συγγραμμάτων. Δυστυχώς δεν μπορούμε να ασπαστούμε τα «αντιφασιστικά» ως προς τα δωρεάν βιβλία αισθήματα του κ.Βερέμη και να πληρώνουμε από την τσέπη μας αυτά που θεωρούμε αυτονόητο ότι δικαιούμαστε. Αντίθετα, χρειαζόμαστε και θέλουμε επιπλέον και επιστημονικά παραπάνω βιβλία.

· Θεσμοθετεί την εισαγωγή manager στα Πανεπιστήμια (Αρ.6 του Θεσμικού πλαισίου για τη Δομή και Λειτουργία των ΑΕΙ) για τον οικονομικό και διοικητικό έλεγχο των πανεπιστημίων. Ένα άτομο εκτός του ακαδημαϊκού χώρου αναλαμβάνει την ευθύνη της διαχείρισης και διανομής των πόρων και της περιουσίας του Ιδρύματος. Αν μη τι άλλο, τον πρώτο λόγο στις ανάγκες χρηματοδότησης οφείλουν να τον έχουν οι φοιτητές και τα Τμήματα κάθε Ιδρύματος. Δημιουργείται επίσης μια καχυποψία και ένα εύλογο ερώτημα: Μήπως τώρα που το Πανεπιστήμιο έχει συνδεθεί με ιδιωτικούς πόρους από επιχειρήσεις κι ερευνητικά κέντρα χρειάζεται ένας μεσάζοντας μεταξύ του δημόσιου πανεπιστημίου και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας; Πολύ πιθανό.

Η πρόταση για την αλλαγή του νόμου-πλαισίου δεν μπορεί να εξεταστεί ξέχωρα από τη συνολικότερη εκπαιδευτική αναδιάρθρωση που ξεκίνησε από τις συνθήκες μεταξύ των Υπ.Παιδειας της ΕΕ στη Μπολόνια, στην Πράγα και στο Βερολίνο. Ο Νόμος-Πλαίσιο δεν έχει λάθη. Είναι λάθος! Πρέπει να εξεταστεί η προέλευση του και πώς είναι αυτή η αλλαγή που θα προετοιμάσει τα Πανεπιστήμια πριν από την Αξιολόγηση και πριν την αναθεώρηση του Άρθρου 16 του Συντάγματος.

Η θέση μας γι’ αυτά είναι:
Αναθεώρηση του Αρθρου 16 του Συντάγματος:
που επιτρέπει συνταγματικά την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων που θα δρουν ανταγωνιστικά με τα δημόσια. Η κατοχύρωση των ιδιωτικών πανεπιστημίων από το σύνταγμα δημιουργεί επιπλέον εμπόδια και διαχωρισμούς για τους φοιτητές από φτωχές οικογένειες σε σχέση με τους εύπορους. Τα πανεπιστήμια αυτά θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και θα λειτουργούν ως μοχλός πίεσης για την καταστρατήγηση των φοιτητικών δικαιωμάτων και στα δημόσια πανεπιστήμια (π.χ. με την επιβολή διδάκτρων). Έτσι καταργείται ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας της εκπαίδευσης μετατρέποντάς την από αγαθό σε εμπόρευμα. Οποιοδήποτε επιχείρημα που βασίζεται στη λογική της ευγενούς άμιλλας, όπως αυτά που προωθούνται από το Υπουργείο αλλά και από τους εκφραστές του μέσα στα Πανεπιστήμια, δε στέκει καθώς από εκεί και πέρα μιλάμε με τους όρους της ελεύθερης αγοράς και του «αγενούς» ανταγωνισμού.
Τ
α παραπάνω κατοχυρώνονται με τη θεσμοθέτηση μηχανισμών αξιολόγησης – πιστοποίησης – δια βίου εκπαίδευσης. Πολύ συνοπτικά η άποψη μας σ’ αυτά:
Αξιολόγηση:
Το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε πέρυσι που ευαγγελίζεται την εξυγείανση της λειτουργίας των πανεπιστημίων στην ουσία θέτει επιχειρηματικά κριτήρια ευνοεί την προσαρμοσμένη στους νόμους της αγοράς έρευνα , προσαρμόζει τα Προγράμματα Σπουδών στις ανάγκες των επιχειρήσεων, καθορίζει τι τίτλοι σπουδών θα παρέχονται και τι κανονισμοί φοίτησης θα εφαρμόζονται. Μετατρέπει τα πτυχία σε ατομικούς τίτλους σπουδών πολλών ταχυτήτων με την πολιτική των credits-πιστωτικών μονάδων μειώνοντας τα δικαιώματα των φοιτητών ως μελλοντικοί εργαζόμενοι και αυξάνοντας τον ανταγωνισμό μεταξύ τους. Επιβάλλοντας την οικονομική αυτοτέλεια των τμημάτων ανοίγει το δρόμο στην ιδιωτικοποίηση και τα δίδακτρα.
ΙΔΒΕ και ΔΟΑΤΑΠ
: Τα Ινστιτούτα Δια Βιου Εκπαίδευσης θεσμοθετούν έναν επιπλέον τίτλο σπουδών επανακατάρτησης για λίγους και επι πληρωμή απαξιώνοντας τα πτυχία μας προς όφελος των εργοδοτών. Ο ΔΟΑΤΑΠ εξισώνει τα πτυχία μας και τα τοποθετεί στο ίδιο σύστημα αξιολόγησης με τους τίτλους σπουδών των ξένων πανεπιστημίων.
Συγκεκριμένα, αν μελετήσουμε τις αλλαγές που ήδη προαναφέρθηκαν, πρόκειται για το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, με βάση τα οποία θα γίνει και η διαδικασία της αξιολόγησης. Δεν έχουν άσυλο, δεν έχουν δωρεάν συγγράμματα, δεν είναι απόλυτα κρατικά (αρκετά είναι και απόλυτα ιδιωτικά), δεν έχουν «αιώνιους» φοιτητές. Αν λοιπόν κάποιος συνεχίζει να είναι υπέρ του θεσμού της αξιολόγησης των Ελληνικών Πανεπιστημίων, να είναι σίγουρος πως αν δεν περάσουν αυτές οι πολύ συγκεκριμένες αλλαγές στο Νόμο-Πλαίσιο, είτε δε θα ξεκινήσει η διαδικασία της αξιολόγησης, είτε θα ξεκινήσει και τα πανεπιστήμια μας θα οδηγηθούν στην υποχρηματοδότηση και τις ποινικές κυρώσεις από τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια. Αν πάλι περάσουν οι αλλαγές, ανοίγει ο δρόμος όχι μόνο για την αξιολόγηση κι ό,τι αυτή θα επιφέρει (κατηγοριοποίηση σχολών κι αποφοίτων, κλείσιμο και υποχρηματοδότηση σχολών) αλλά και για την επίσημη είσοδο ιδιωτικών κονδυλίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Είναι αδύνατο να δούμε τις αλλαγές στη φύση αλλά και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το Πανεπιστήμιο ξέχωρα απ' αυτές που προωθούνται στον εργασιακό χώρο .Από τη μια πλευρά η προσπάθεια καταστρατήγησης του οχταώρου, ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων και των κεκτημένων των εργαζομένων (καταστάσεις άγνωστες στο ακαδημαϊκό γίγνεσθαι, αλλά αυτό πρόκειται να είναι το μέλλον της πλειοψηφίας των φοιτητών) και από την άλλη η προσπάθεια συμπίεσης των προσδοκιών της νεολαίας για μόνιμη και σταθερή εργασία, η πειθάρχηση της στα πρότυπα της ευελιξίας, το χτύπημα των όρων ένταξης στην εργασία. Είναι σ' αυτό το φόντο που πρέπει να δούμε και τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Όλες οι παραπάνω αλλαγές συμβάλλουν:
Στην δημιουργία
ενός νέου μοντέλου εργαζομένου φτηνού και ευέλικτου, που όμως θα είναι ταυτόχρονα παραγωγικός και πειθαρχημένος στις απαιτήσεις και τις προτεραιότητες του εργοδότη, ενός εργαζομένου που δε θα διεκδικεί καλύτερους όρους δουλειάς και ζωής αλλά θα είναι πλήρως προσαρμοσμένος στις ανάγκες της αγοράς, της ανταγωνιστικότητας και των επιχειρήσεων. Αυτό πραγματώνεται τόσο μέσω της απαξίωσης του πτυχίου και τη διάσπαση των εργασιακών και επαγγελματικών δικαιωμάτων που κατοχυρώνει καθώς και την πειθάρχηση των φοιτητών και αυριανών εργαζομένων, αλλά και την πειθάρχηση του φοιτητικού κινήματος, ώστε να καταφέρει να υπερνικήσει τις αντιστάσεις του φοιτητικού κινήματος και τα προσκόμματα που αυτό θέτει στην αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης.
Στη λειτουργία του πανεπιστημίου με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια , την καταστρατήγηση του δημοσίου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης και την ένταση των ταξικών φραγμών.
Απέναντι στην πολιτική αυτή,
το φοιτητικό κίνημα διάλεξε το δρόμο του ανυποχώρητου αγώνα, της μετωπικής σύγκρουσης με την πολιτική που περιγράφτηκε. Ο αγώνας αυτός δεν έχει τελειώσει και δεν θα τελειώσει μέχρι να ικανοποιηθούν τα αιτήματα μας για πραγματικά Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία και πτυχία με αξία που θα εξασφαλίζουν δουλειές με δικαιώματα, και όχι διαβατήρια για την ανεργία, ενιαία , χωρίς κατατμήσεις, διασπάσεις, εξειδικεύσεις, υπερεξειδικεύσεις, ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για δουλεια.
Σε μια κοινωνία όπου το βιοτικό επίπεδο και οι όροι ζωής αυξάνονται, η απαίτηση επιπλέον κοινωνικών παροχών θεωρείται αναχρονιστικός και συντηρητικός αγώνας ενώ η εξατομίκευση των πάντων θεωρείται εκσυγχρονισμός. Όταν η πολιτεία είναι ικανή σε οικονομικούς και κοινωνικούς όρους να παρέχει σε όλα τα μέλη της την επαρκή αυτή Παιδεία που χρειάζονται ώστε να μην είναι αιωνίως εκμεταλλεύσιμοι και δεν το κάνει, ούτε καν το επιδιώκει, και το θεωρεί αυτό ως «βήμα πίσω» τότε μάλλον πρέπει να το κάνουμε το βήμα πίσω για να καταφέρουμε να πάμε και δυο βήματα μπροστά.

Θεωρούμε λανθασμένο το να αποπροσανατολιζόμαστε με «διορθώσεις» του προτεινόμενου νόμου και «διαλόγους» ή μάλλον «μονολόγους», όταν ξέρουμε ότι οι αλλαγές που θέλουν να περάσουν είναι τόσο συγκεκριμένες. Αυτό που μένει και που οφείλουμε να κάνουμε είναι να ταχθούμε υπέρ ή κατά του νέου νόμου-πλαισίου. Υπέρ ή κατά, ταυτόχρονα και παράλληλα, της αξιολόγησης, των ΙΔΒΕ, του ΔΟΑΤΑΠ και της αναθεώρησης του Άρθρου 16.

ΚΑΤΑ!